Φαρμακωμένη υγεία, άρρωστη οικονομία
Φαρμακωμένη υγεία, άρρωστη οικονομία
της Ευγενίας Στρατηγάκη, πνευμονολόγου, ομοιοπαθητικού ιατρού
Επιστολή στους συνδικαλιστές ιατρούς της Ανεξάρτητης Ιατρικής Κίνησης (ΑΙΚ), στην οποία συμμετέχει και η ΕΕΟΙ
από το περιοδικό Ομοιοπαθητικά Νέα, τεύχος 19, Απρίλιος 2011
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Σε μία από τις τακτικές συγκεντρώσεις μας εκδηλώσατε μεγάλο ενδιαφέρον για τη δαπάνη στον χώρο της υγείας, θέμα πολύ επίκαιρο αυτήν τη δύσκολη περίοδο που περνάει η χώρα μας. Και με ρωτήσατε τι μπορεί να προτείνει ένας ομοιοπαθητικός γιατρός για μείωση των δαπανών και ανακούφιση της οικονομίας.
Πριν σας απαντήσω, θέλω να πω δύο λόγια, γραπτά, για την ευτυχή συγκυρία της δημιουργίας και λειτουργίας αυτής της παράταξης που, εκτός από το μεγαλύτερο μέρος των ομοιοπαθητικών γιατρών, εκπροσωπεί συναδέλφους από όλους τους χώρους, νοσοκομειακούς, ειδικευόμενους, γιατρούς του ΙΚΑ, ιδιώτες, ανέργους όλων των ειδικοτήτων κ.ά. Και κάτι σημαντικό, πρόκειται για πραγματικά ανεξάρτητη ομάδα, δεν έχουμε καμία σχέση με κόμματα, έτσι η σκέψη μας δεν έχει αγκυλώσεις και εξαρτήσεις, και μπορεί να φτάσει όσο μακριά θέλει.
Το πόσο προοδευτικοί είμαστε το έχουμε αποδείξει στους αγώνες του συλλόγου μας. Ήμασταν σε όλους εκεί. Υποστηρίζουμε όλα τα δίκαια αιτήματα των γιατρών που αυτήν την εποχή είναι κρίσιμα για την επιβίωσή τους, το ίδιο και τα κρίσιμα αιτήματα του λαού για αξιοπρεπή και δωρεάν περίθαλψη. Οι θέσεις μας έχουν καταγραφεί κατά καιρούς στο περιοδικό Ιατρική Ενημέρωση.
Η κρίση που περνάμε φαίνεται ανυπέρβλητη (και είναι, αν δεν δράσουμε όλοι δυναμικά). Δυστυχώς, δεν είναι μόνο εθνική οικονομική κρίση, είναι παγκόσμια και δομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Η φούσκα του χρηματοπιστωτικού συστήματος έχει σκάσει, και το μεγάλο κεφάλαιο συγκρατεί αλλά και συσσωρεύει τα κέρδη του σε βάρος των αδυνάτων, που είναι ο κόσμος της εργασίας.
Στη χώρα μας, το ένα σοκ διαδέχεται το άλλο, με τα εκάστοτε μέτρα που παίρνονται λόγω του Μνημονίου. Οι κατώτερες τάξεις εξαθλιώνονται από την ανεργία και την κατάργηση του εργατικού δικαίου, η μεσαία τάξη εξαφανίζεται και προλεταριοποιείται. Αντιθέτως, στο μεγάλο κεφάλαιο προσφέρονται σκανδαλωδώς θετικές διακρίσεις, όπως μείωση της φορολογίας κ.λπ. Ο κοινωνικός ιστός διαλύεται. Και ακόμα δεν είδαμε τίποτα.
Όλα, όμως, τα κοινωνικά φαινόμενα δεν έρχονται ουρανοκατέβατα. Ξετυλίγοντας το νήμα της ιστορίας, τουλάχιστον από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα βλέπουμε την κρίση υπερσυσσώρευσης να λύνεται με πολέμους και με επέκταση της κερδοφορίας σε νέους τομείς (υγεία, παιδεία, διασκέδαση). Το τραπεζικό κεφάλαιο γίνεται κυρίαρχο και, αντί των επενδύσεων στην πραγματική οικονομία, όπως είναι η βιομηχανία, στρέφεται για λόγους οικονομικούς
(πτώση του ποσοστού κέρδους), πολιτικούς (άρση της διάκρισης μεταξύ καταθετικών και επενδυτικών-funds-τραπεζών, επί Κλίντον)
και κοινωνικούς (υποχώρηση των λαϊκών κινημάτων, πτώση της Σοβιετικής Ένωσης) στο τζογάρισμα του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Ως συνέπεια, φουσκώνουν τίτλοι χωρίς αντίκρισμα από κεφαλαιοποίηση ονομαστικών μόνον αξιών, η έλλειψη αγοραστικής δύναμης φέρνει το πλαστικό χρήμα, κυρίως τη δεκαετία του 1980, και υποθηκεύονται τα πάντα. Λόγω της πτώσης της ζήτησης και των τιμών των ακινήτων, οι τράπεζες θα κατέρρεαν αν δεν προσφερόταν το εθνικό κράτος να βοηθήσει πλουσιοπάροχα, και έτσι η χρηματοπιστωτική κρίση να γίνει δημοσιονομική. Η τελευταία στη χώρα μας είναι πια
η κρίση χρέους που καλούνται να πληρώσουν οι εργαζόμενοι για να σωθεί το κεφάλαιο, μέσω των μέτρων και του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας.
Η ιατρική που ασκούμε τώρα έχει και αυτή την ενδιαφέρουσα ιστορία της. Στη μεγαλύτερη περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας, η ιατρική συνιστούσε οργανικό μέρος της κοινότητας. Συχνά ήταν αδιάσπαστη από τις θρησκευτικές ή τις κοινωνικές δραστηριότητες. Καθώς οι κοινωνίες μετασχηματίστηκαν σε φεουδαρχικές και αργότερα σε καπιταλιστικές, η ιατρική άρχισε να αποσπάται από τα χέρια των παραδοσιακών γιατρών και να ανατίθεται σε άτομα ειδικά
επιφορτισμένα με αυτήν, τα οποία παρείχαν τις υπηρεσίες τους αντί αμοιβής - μια ειδική μορφή συναλλαγής. Ο γιατρός ήταν ένας ανεξάρτητος παραγωγός, ο οποίος πουλούσε το προϊόν της εργασίας του. Αργότερα, καθώς ο χώρος παροχής υπηρεσιών μετατοπιζόταν από το γραφείο του γιατρού στην κλινική ή στο νοσοκομείο, η ιατρική πέρασε στο επόμενο, το τωρινό της στάδιο.
Τώρα όλα έχουν εμπορευματοποιηθεί. Αυτό που οι περισσότεροι νομίζουμε για τις φυσικές επιστήμες, γενικά, ότι είναι αντικειμενικές και υπεράνω κοινωνικών σχέσεων, είναι μύθος, γιατί νοηματοδοτούνται από τον στόχο τους: την εργαλειοτεχνική κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στη φύση και την περαιτέρω εμπορική εκμετάλλευσή της. Στην ιατρική, το ίδιο το ανθρώπινο σώμα αποκόβεται από την προσωπικότητα και τις συνθήκες διαβίωσης του ατόμου, και αντιμετωπίζεται σαν μηχανή που αποτελείται από διάφορα εξαρτήματα. Αρκεί να επισκευαστεί ή και να αλλαχθεί το προβληματικό κομμάτι, για να επέλθει η θεραπεία.
Τις τελευταίες δεκαετίες αναδείχθηκε ένα είδος θεραπείας σε βάρος άλλων εναλλακτικών, που απέδειξε ότι είναι ανεξάντλητη πηγή συσσώρευσης κεφαλαίου: η φαρμακοθεραπεία. Το χημικό πατενταρισμένο φάρμακο οδήγησε τις εταιρείες που το παράγουν να γίνουν μακράν οι πιο κερδοφόρες εταιρείες παγκοσμίως. Για το 2000, οι 20 μεγαλύτερες φαρμακευτικές εταιρείες έκαναν τζίρο, μαζί, 135 δισ. αγγλικές λίρες και το 2001 155 δισ., διπλασιάζοντας τα έσοδά
τους του 1997. Σύμφωνα με το περιοδικό Fortune, οι δέκα πρώτες απήλαυσαν κέρδος 18,5 λεπτά για κάθε 1 εκατομμύριο πωλήσεων,
ποσοστό το οποίο ήταν οκτώ φορές υψηλότερο από το συνδυασμένο ποσοστό οποιουδήποτε άλλου επιχειρησιακού τομέα που εμφανιζόταν στη λίστα των πλουσιότερων εταιρειών του περιοδικού. Η GlaxoSmithKline το 2001 έκανε πωλήσεις 20,5 δισ. αγγλικών λιρών με προ φόρων κέρδος 6,2 δισ., ποσοστό 31%. Με αυτά
τα νούμερα, το Fortune κατέταξε τον φαρμακευτικό κλάδο πρώτο και με διαφορά από όλους τους άλλους επιχειρησιακούς κλάδους,
όπως είναι ο αυτοκινητιστικός, ο πετροχημικός, της ακίνητης περιουσίας, ο τραπεζικός και ο τεχνολογικός.
Η χώρα με τις μεγαλύτερες φαρμακευτικές δαπάνες κατά κεφαλή, μεταξύ 27 κρατών του ΟΑΣΑ, είναι με διαφορά οι ΗΠΑ, με 752,00 εκατομμύρια κατ' άτομο, 25,54% υψηλότερη από τη δεύτερη Γαλλία και 50,93% υψηλότερη από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΑΣΑ (2004, πηγή: OECD health data 2006). Επιπλέον, αναφορικά με τα ποσοστά δημόσιας προς ιδιωτική δαπάνη για φάρμακα, οι ΗΠΑ έρχονται δεύτερες μετά το Μεξικό, με 76 % της συνολικής δαπάνης να προκαλείται με κατ' ευθείαν επιβάρυνση της τσέπης του πολίτη, έναντι 24% που προέρχεται από ασφαλιστικές ενισχύσεις. Εκτός από τις φαρμακευτικές δαπάνες, και στις συνολικές δαπάνες υγείας οι ΗΠΑ δείχνουν τις ίδιες οικονομικά αρνητικές επιδόσεις, είναι η χώρα με το πιο πολυέξοδο σύστημα υγείας παγκοσμίως, οι οποίες αυξάνονται κάθε χρόνο με τον μεγαλύτερο ρυθμό (1990-2004, πηγή: OECD health data 2006). Όμως, αντί ο πληθυσμός των ΗΠΑ να χαίρει καλύτερης υγείας, όπως είναι λογικά αναμενόμενο, τα υπάρχοντα δεδομένα δείχνουν ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις των χωρών του ΟΑΣΑ, αναφορικά με το προσδόκιμο ζωής, τον δείκτη παιδικής θνησιμότητας, τους θανάτους από αναπνευστικές παθήσεις και διαβήτη κ.λπ.
Στην Ελλάδα, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη (νοσοκομειακή και φαρμακαποθηκών-φαρμακείων) ήταν για τα έτη 2000-2007, σύμφωνα με δημοσιευθέντα στοιχεία του ΕΟΦ, περίπου 38,5 δισ. ευρώ. Ο ρυθμός αύξησής της ετησίως είναι 17,25% και η συνολική δαπάνη για την οκταετία είναι 203,44%. Η φαρμακευτική δαπάνη κυμαίνεται κάθε χρόνο μεταξύ 16,3% και 19,7% της συνολικής δαπάνης υγείας και μεταξύ 1,4% και 1,7% του ΑΕΠ. Πρόκειται για σκανδαλωδώς υπερβολικό ποσό και ποσοστό αύξησης κάθε χρόνο, τη στιγμή που καμία παράμετρος, όπως η δημογραφικότητα και η επιδημιολογία του πληθυσμού, η διακύμανση του πληθωρισμού, η διακύμανση της προσβασιμότητας, του εύρους και της ποιότητας της φαρμακοθεραπείας, δεν τα δικαιολογεί.
Πού πήγαν τόσα λεφτά; Σύμφωνα με στοιχεία της HELLASTAT A.E., οι φαρμακευτικές εταιρείες στην Ελλάδα είχαν τζίρο 5,5 δισ. ευρώ (+10,3%) και κέρδη αυξημένα κατά 17,5% το 2007. Από αυτόν τον τζίρο, τα 4.275.431.666,00 ευρώ εισπράχθηκαν από τις πρώτες 20 σε μέγεθος εταιρείες (αμιγώς εταιρείες φαρμάκων, που είναι οι γνωστές ξένες), δηλαδή το 78,18% του συνολικού ποσού. Σε δείγμα 101 εταιρειών, τα συνολικά κέρδη είχαν μέση αύξηση ανά επιχείρηση την τριετία 2006-2004, 24%, και το 2006, 13,7%, νούμερα σχεδόν ταυτόσημα με την τεχνητή αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης.
Η κερδοφορία των φαρμακευτικών επιχειρήσεων ενισχύθηκε την περίοδο 2006-2007, με το περιθώριο μεικτού κέρδους να αγγίζει το 36% και το περιθώριο κερδών προ φόρων να διαμορφώνεται στο 4,6%. Να πού πήγαν τα λεφτά!
Και πώς τα καταφέρνουν τόσο καλά αυτές οι εταιρείες, και μάλιστα σε περίοδο οικονομικής κρίσης; Θα απαντούσα με τη ρήση ότι «τα λεφτά πάνε στα λεφτά» ή ότι στην κρίση κερδοσκοπούν καλύτερα οι ελίτ, αλλά θα αναφερθώ σε συγκεκριμένα στοιχεία. Κάθε νέο φάρμακο που θα κυκλοφορήσει στην αγορά, θα πρέπει να έχει περάσει τα στάδια έρευνας και ανάπτυξης (research and development), μετά να πάρει αδειοδότηση από ελεγκτικούς οργανισμούς τύπου ΕΟΦ, μετά να περάσει το στάδιο iv νέων κλινικών μελετών, και να προωθηθεί μέσω μάρκετινγκ στην αγορά. Επειδή είναι, υποτίθεται, νέο και πρωτότυπο φάρμακο-μόριο και είχε μεγάλο κόστος η ανακάλυψή του και οι κλινικές δοκιμές του, είναι πολύ ακριβό και δικαιούται την τόσο υψηλή τιμή του, δηλαδή κατέχει «πατέντα» για 5-10 χρόνια. Παρόλο που κάποιες εταιρείες προσφεύγουν δικαστικά και επιμηκύνουν κατά πολύ το χρονικό διάστημα της αποκλειστικής χρήσης της πατέντας, ο κανόνας είναι να εξασφαλίσουν οι φαρμακευτικές εταιρείες μπαράζ πωλήσεων σε λίγο χρόνο, για να βγει το κόστος και το μεγάλο κέρδος. Γιατί μετά θα έχουν όλοι δικαίωμα να φτιάξουν και να πουλήσουν στην αγορά αντίγραφα, τα λεγόμενα generics, με πολύ χαμηλότερη τιμή, αλλά και η ίδια η τιμή του πρωτότυπου φαρμάκου θα πέσει στα επίπεδα αυτής των αντιγράφων.
Επειδή, βάσει νόμου, απαγορεύεται η διαφήμιση και η απευθείας προώθηση στο κοινό, σε αυτό το στάδιο της πατέντας συμβαίνει το πιο «στενό μαρκάρισμα» των ιατρικών επισκεπτών στους γιατρούς, προκειμένου να συνταγογράψουν το νέο φάρμακο. Όλοι μας οι γιατροί, ανεξαιρέτως, γνωρίζουμε τους καλοντυμένους και ευγενέστατους κυρίους και δεσποινίδες που περιμένουν υπομονετικά να μας ενημερώσουν για τις επιστημονικές εξελίξεις στον χώρο της ιατρικής, και στην ουσία αυτές είναι τα νέα φάρμακα που λανσάρουν οι εταιρείες τους. Σχεδόν πάντα, η παρουσία τους συνοδεύεται από μικρά έως πολύ μεγάλα δώρα (εξωτικά ταξίδια για συνέδρια, γεύματα, σεμινάρια, τσάντες, στιλό, βιβλία κ.λπ.) για τον γιατρό ο οποίος, όσο και αν θέλει να μείνει ανεπηρέαστος, τελικά τα συνταγογράφει. Γιατί αυτοί το έχουν μελετήσει και ξέρουν ότι ένα ψυχικό αίσθημα ανταπόδοσης υποκινείται και στον πιο ανένδοτο γιατρό, όταν, για παράδειγμα, του έρχεται το δέμα με το σπάνιο και πανάκριβο αγαπημένο του ουίσκι. Η ωμή δωροδοκία, επίσης, έχει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Αυτή η φάση προώθησης της πατέντας στους γιατρούς, ενώ είναι πολυδάπανη, δεν προβληματίζει τις εταιρείες, γιατί αυτά τα έξοδα εκπίπτουν από τη φορολογία τους. Σε μια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού, που δημοσιεύτηκε στις 28 Νοεμβρίου 2008, οι πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρείες δαπάνησαν το 23% του τζίρου τους για μάρκετινγκ και προώθηση, από το 2000 έως και το 2007.
Τα πρώτα στάδια της δημιουργίας ενός καινοτόμου φαρμάκου, η έρευνα και η ανάπτυξη (research and development), είναι ακόμα πολυδάπανα, ειδικά η έρευνα. Αυτό αφορά τη μελέτη του μηχανισμού μιας νόσου, μέχρι και το επίπεδο μορίων και την ανάπτυξη των χημικών ή βιοτεχνολογικών υποδειγμάτων που ενδέχεται να απαντούν σε αυτόν. Στο τέλος αποκλείεται η συντριπτική πλειοψηφία των εξεταζόμενων μορίων και απομένουν λίγα που έχουν κλινικό ενδιαφέρον. Η έρευνα μπορεί να διαρκέσει από λίγα χρόνια έως δεκαετίες και είναι το πιο πολυέξοδο μακρόχρονο και αβέβαιο για το αποτέλεσμα στάδιο. Μετά περνάμε στο στάδιο της ανάπτυξης στο οποίο γίνονται κλινικές μελέτες των λίγων εναπομεινάντων υποψηφίων δραστικών ουσιών. Αυτή η διαδικασία διαρκεί 8-10 χρόνια, μέχρι κάποια ουσία να εγκριθεί για χρήση στον άνθρωπο. Αυτά τα δύο στάδια είναι ένας από τους κύριους λόγους που η κοινή αντίληψη ανέχεται τις υψηλές τιμές των φαρμάκων, σαν να είναι το τίμημα για τη συνέχιση της έρευνας από τις φαρμακοβιομηχανίες.
Όμως, η έρευνα χρηματοδοτείται κατ' αποκλειστικότητα, και η ανάπτυξη κατά το μεγαλύτερο μέρος από τους κρατικούς προϋπολογισμούς των μεγάλων αναπτυγμένων χωρών, και λαμβάνουν χώρα στα πανεπιστήμια, σε δημόσια νοσοκομεία και σε κρατικά ερευνητικά κέντρα. Τα πληρώνει, δηλαδή, ο φορολογούμενος πολίτης. Η φαρμακευτική εταιρεία πληρώνει τα Royalties, που είναι ένα μικρό σε σχέση με το όλο έξοδο ποσό, και αγοράζει την αποκλειστικότητα χρήσης και πώλησης της συγκεκριμένης ουσίας.
Η φάση iv των κλινικών μελετών, μετά την έγκριση εισόδου ενός φαρμάκου στην αγορά και της φαρμακοεπαγρύπνησης, κανονικά δεν τελειώνει ποτέ, και χρηματοδοτείται τόσο από τις φαρμακευτικές εταιρείες όσο και από τα κρατικά ιδρύματα. Τα αποτελέσματά τους αποστέλλονται στους αρμόδιους δημόσιους φορείς και δημοσιεύονται σε έγκριτα έντυπα του χώρου της υγείας.
Το κλειδί που ξεκλειδώνει το μυστήριο της αειφόρου και συνεχώς αυξανόμενης κερδοφορίας είναι η παράλληλη ανάπτυξη των λεγόμενων me-too-drugs (ελληνιστί, παράγωγα φάρμακα), που στην ουσία είναι παρόμοια με τα πρωτότυπα, έχουν μόνο μια μικρή παραλλαγή στο μόριο, για παράδειγμα, στη θέση ενός ατόμου νατρίου έχουν κάλιο. Γι' αυτά τα νέα φάρμακα δεν ξοδεύτηκε τίποτα παραπάνω για έρευνα και ανάπτυξη, όμως πατεντάρονται κανονικά και αποκτούν τιμή ίση και μεγαλύτερη από τα πρωτότυπα. Έτσι, αντί για κλινική υποκατάσταση και εξέλιξη της θεραπείας, έχουμε απλή εμπορική υποκατάσταση και περαιτέρω στασιμότητα στην έρευνα για πραγματικές καινοτομίες. Αυτά τα me-too-drugs (που αφορούν το 90% των νεοεισαγομένων) τα προωθεί στην αγορά, συνήθως, η ίδια εταιρεία που έφερε και τα πρωτότυπα, μονοπωλώντας έμμεσα τη μία δραστική ουσία, υπερβαίνοντας σχεδόν αενάως τις προθεσμίες αποκλειστικής χρήσης.
Κάποια πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία έχει συγκεντρώσει για την Ελλάδα ο τέως αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής, Ιωάννης Στ. Παπαδόπουλος, ο οποίος τονίζει ότι η εμπορικού προσανατολισμού υποκατάσταση (μη κλινική) σε συνδυασμό με τις δραστηριότητες προώθησης των φαρμακευτικών εταιρειών έχουν διαμορφώσει μια παράδοξη εικόνα για την Ελλάδα, όπου την οκταετία 2000-2007 αυξήθηκαν οι δερματολογικές συνταγογραφήσεις κατά 416%, οι συνταγογραφούμενοι ως καταθλιπτικοί κατά 515% και οι αντιστοίχως καρδιολογικοί ασθενείς κατά 236%, χωρίς επιδημιολογική ή άλλη αιτιολόγηση. Σύμφωνα με προσεκτικούς υπολογισμούς, στην Ελλάδα, και μόνο από την έλλειψη ελέγχου κόστους/αποτελέσματος στη συνταγογράφηση, χάνονται ετησίως πάνω από 1 δισ. ευρώ.
Εντρυφώντας περισσότερο στα οικονομικά μεγέθη του ελληνικού χώρου, να πούμε ότι, εξαιτίας της μείωσης των φορολογικών συντελεστών, γενικά, για τις εταιρείες, κάτι που αφορά και τις φαρμακευτικές εταιρείες, το κράτος έχασε περίπου 250-300 εκατομμύρια ευρώ σε έσοδα από φόρους μόνο την τετραετία 2004-2007, δηλαδή 75 εκατομμύρια ευρώ μείωση δημόσιων εσόδων κατ' έτος, με μετριοπαθείς υπολογισμούς, χωρίς να λαμβάνεται υπ' όψιν η ιατρικώς επιλήψιμη αποφορολόγηση των εξόδων μάρκετινγκ και προώθησης. Χωρίς να επεκταθώ σε ανάλογης εμπορικότητας τομείς, όπως είναι οι διαγνωστικές μέθοδοι και τα μηχανήματα, ή το πόσο η δημόσια και δωρεάν περίθαλψη (όμως, καλοπληρωμένη από τον εργαζόμενο με τις ασφαλιστικές εισφορές) αντικαθίσταται από την ιδιωτική, και το πόσο η έλλειψη ελέγχου έχει μεγάλες συνέπειες για την οικονομία, θα ήθελα να συζητήσουμε τις συνταρακτικές επιπτώσεις της σύγχρονης φαρμακοθεραπείας.
Μας φαίνεται λογικό να κινητοποιείται κόσμος και αστέρες της ποπ, όπως ο Έλτον Τζον και ο Μάικλ Τζάκσον, να βρεθούν πόροι για την
έρευνα και φάρμακα, επειγόν τως, επειδή το AIDS σκοτώνει κάθε χρόνο στην Αμερική 13.000 ανθρώπους (στοιχεία 2002). Επίσημες κατα-
γραφές έδειξαν ότι κάτι πολύ πιο συγκλονιστικό συμβαίνει, που όμως παραλείπεται στις καταγεγραμμένες λίστες αιτιών θανάτου οποιασ-
δήποτε χώρας. Πρόκειται για έναν αθόρυβο δολοφόνο που ποτέ δεν ελκύει τη δημοσιότητα, τους πολιτικούς ή τους ποπ σταρ: τον θάνα-
το από συνταγογραφημένα φάρμακα. Σε μια μελέτη του Institute of Medicine για την ίδια περίοδο, στις ΗΠΑ, 113.000 άνθρωποι πέθαναν
είτε από αντίδραση σε ένα φάρμακο, είτε λόγω λανθασμένης αγωγής. Το ενδιαφέρον είναι ότι η δεύτερη αιτία ευθύνεται μόνο για τους
7.000 θανάτους, οι υπόλοιποι 106.000 ήταν από ανεπιθύμητη ενέργεια (adverse reaction) φαρμάκου ορθά συνταγογραφημένου από
γιατρό. Αν συμπεριληφθούν οι θάνατοι από τη συνολική ιατρική αντιμετώπιση, τα πράγματα χειροτερεύουν. Τουλάχιστον 225.000 άτομα
πεθαίνουν στις ΗΠΑ σαν άμεσο αποτέλεσμα της ιατρικής πρακτικής, γεγονός που αναδεικνύεται ως η τρίτη αιτία θανάτου στη Δύση, μετά
τις καρδιοπάθειες και τον καρκίνο. (IOM, JAMA, 2000;284:2184-5). Μία άλλη μελέτη του University of South Alabama College of Medicine
υπολογίζει ότι 180.000 άτομα στα αμερικανικά νοσοκομεία πεθαίνουν κάθε χρόνο, και σε περίπου 1.000.000 βλάπτεται σοβαρά η
υγεία τους (Am Fam Physician, 1997;56:1781-8).
Δυστυχώς, όλοι οι καταγράφοντες στοιχεία παραδέχονται ότι αυτά είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, και άλλες μελέτες αναφέρουν ότι δηλώνονται 1 στις 24.433 περιπτώσεις ανεπιθύμητων ενεργειών (Br J Clin Pharmacol,1997;43:177-81), και άλλες 1 στις 352 ( JAMA, 1998;279:1571-3 ) Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το Medicines Control Agency (MCA) έλαβε γνώση 33.109 παρενεργειών φαρμάκων το 2000, από τις οποίες το 44% ήταν πολύ σοβαρές. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμα και με τα επίσημα στοιχεία, τα φάρμακα άφησαν μόνιμη αναπηρία σε 14.500 άτομα εκείνο το έτος. Αν χρησιμοποιήσουμε το πιο συντηρητικό ποσοστό δήλωσης, τότε το πραγματικό νούμερο φτάνει κοντά στα 150.000. Παρ' όλα αυτά, μια έρευνα του University College of London αναφέρει ότι το πραγματικό νούμερο πλησιάζει τους 280.000 ανθρώπους, να υποφέρουν από σοβαρή αντίδραση στα φάρμακα κάθε χρόνο στη χώρα. Και όταν λέμε σοβαρή, εννοούμε ο καθένας ότι χρειάζεται τουλάχιστον έξι ημερών νοσηλεία σε νοσοκομείο, οπότε αυτό σημαίνει 1.680.000 μέρες. Πρόκειται για τεράστια επιβάρυνση στο εθνικό σύστημα υγείας.
Είναι λογικό να ισχύουν ανάλογα νούμερα και στην Ελλάδα, δεν έχω στοιχεία, αν και, λόγω οργανωτικής δυσλειτουργίας, η καταγραφή θα είναι πολύ ελλιπής. Γιατί τέτοιο μακελειό από τα φάρμακα; Οι πιο προφανείς λόγοι είναι ότι όλα αυτά τα καινούργια φάρμακα δεν είναι καλά δοκιμασμένα κλινικά, γιατί στη φάση της ανάπτυξης, πριν από την έγκρισή τους, δοκιμάζονται σε νέους και υγιείς ανθρώπους, οι οποίοι επίσης δεν παίρνουν συγχρόνως και άλλα σκευάσματα. Αυτές οι κλινικές μελέτες, επίσης, δεν είναι ανοιχτές και διαφανείς στον επιστημονικό κόσμο και το κοινό, είναι ιδιωτικές και επομένως διαβλητές. Όσες δεν συμφέρουν, αποκρύβονται από τον ελεγκτικό οργανισμό. Ο αριθμός των ατόμων που λαμβάνουν το φάρμακο προς δοκ ιμή είναι από 100 έως το πολύ 1.500, πολύ μικρός σε σχέση με τις εκατοντάδες χιλιάδες που θα το πάρουν, αφού αυτό αδειοδοτηθεί. Και σε όλες τις πριν και μετά την έγκριση κλινικές μελέτες, οι συμμετέχοντες γιατροί δεσμεύονται με συμβόλαια να μη δημοσιοποιούν τίποτε από αυτές, χωρίς την άδεια της φαρμακευτικής εταιρείας. Όσοι κάποτε αποκάλυψαν κάτι, διώχτηκαν δικαστικά με νόμους που προστατεύουν το «εμπορικό μυστικό». Έτσι κι αλλιώς, λίγοι αντιδρούν, γιατί οι εταιρείες χρηματοδοτούν και ελέγχουν απολύτως πρόσωπα και καταστάσεις. Οι βλάβες από φάρμακα, αν δεν είναι άμεσες, δεν εντοπίζονται εύκολα, ούτε στις μετά την κυκλοφορία μελέτες, αφού μπορεί να εμφανιστούν έως και 25 χρόνια μετά. Αυτό το γεγονός, μαζί με το ότι ένα στα πέντε φάρμακα εμφανίζει κάποια πολύ σοβαρή ανεπιθύμητη ενέργεια, συμπεραίνει μελέτη του Harvard Medical School ( JAMA, 2002;287:2215-20).
Εμείς στην Ομοιοπαθητική γνωρίζουμε ότι η φιλοσοφία του φαρμάκου που δίνεται για να καταστείλει εξισορροπητικές αντιδράσεις του αμυντικού μηχανισμού του οργανισμού, και μάλιστα με κίνδυνο τοξίνωσης, είναι, ούτως ή άλλως, λάθος, και σε μικρό ή μεγάλο βαθμό χειροτερεύει το επίπεδο υγείας του. Χωρίς να ανοίξω καθόλου αυτό το τεράστιο θέμα, θα αναφέρω ένα άλλο φαινόμενο που έχει ανακαλυφθεί, ανεξάρτητα από την Ομοιοπαθητική, από συμβατικούς συναδέλφους. Πρόκειται για το φαινόμενο της όρμησης, που αναφέρεται στην παράδοξα αντίθετη και αξιόλογη βιολογική δράση που έχει μια ουσία όταν δίνεται σε ελάχιστη δόση, σε σχέση με τη δράση σε μεγάλη δόση. Για παράδειγμα, μια μυκητοκτόνος ουσία σε ελάχιστη δόση δρούσε διεγερτικά σε καλλιέργεια μυκήτων. Αυτή η ανακάλυψη, παρόλο που από το 1887 έως σήμερα επιβεβαιώνεται , δεν αξιοποιήθηκε ποτέ θεραπευτικά, επειδή οι ελάχιστες δόσεις δεν έχουν εμπορικό ενδιαφέρον.
Λοιπόν, συνάδελφοι,
οι συγχωνεύσεις των νοσοκομείων που σας προβλημάτιζαν, θα εξοικονομούσαν σταγόνα στον ωκεανό των πεταμένων χρημάτων.
Μαζί με τα πεταμένα χρήματα, πεταμένες ζωές γίνονται θυσία στον βωμό του κέρδους των εταιρειών περιορισμένης κοινωνικής ευθύνης. Όμως, αν ξέρουμε πώς λειτουργεί το σύστημα, όλο και κάτι μπορούμε να αλλάξουμε.
ΥΓ.: Οι απόψεις που εκφράζω είναι προσωπικές και δεν δεσμεύουν κανέναν άλλον.
ΠΗΓΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γιάννη Δαγρέ, Η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα, εκδόσεις Utopia
Bryan Hubbard, Secrets of the drugs industry, A What Doctors Don't Tell You publication
Ιωάννη Σταύρου Παπαδόπουλου, «Ασφαλέστερη και αποτελεσματικότερη φαρμακοθεραπεία στην τρίτη ηλικία - κλινική προσέγγιση», διάλεξη στην ΕΕΟΙ, 2009
Γιάννη Αντωνίου, «Η άρρωστη ιατρική», Αντιθέσεις, τεύχος 1, Ιούλιος 1980
Carl Elliot, The Drug Pushers
Leonard Rodberg, Gelvin Stevenson, «Η βιομηχανία ιατρικής περίθαλψης στον προηγμένο καπιταλισμό», Σύγχρονα Θέματα, τεύχος 3, Δεκέμβριος 1987