Σύλληψη με θεραπεία Ομοιοπαθητικής
Σύλληψη με θεραπεία Ομοιοπαθητικής
Προς τη σύνταξη του περιοδικού,
Επειδή πιστεύω πως η περίπτωση μου θα ενδιαφέρει αρκετές νέες γυναίκες που αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα που αντιμετώπισα κι εγώ, καταθέτω την προσωπική μου εμπειρία από τη θεραπεία με Ομοιοπαθητική,
Το σοβαρό πρόβλημα μου ήταν ότι δεν μπορούσα να κάνω παιδί. Παρόλο που με την Ομοιοπαθητική είχαν αντιμετωπιστεί με επιτυχία στο παρελθόν διάφορα προβλήματα υγείας μου (χρόνια αμυγδαλίτιδα και βρογχίτιδες), όταν προέκυψε το σοβαρότερο από όλα μου τα προβλήματα, η αδυναμία μου να συλλάβω, αντί να καταφύγω και πάλι στην Ομοιοπαθητική, ταλαιπωρήθηκα για χρόνια με διάφορες θεραπείες.
Είχα πολυκυστικές ωοθήκες και αδένωμα στην υπόφυση, με πολλές ανωμαλίες στον κύκλο μου. Έπαιρνα για πέντε χρόνια ορμόνες, υποβλήθηκα τελικά και σε επέμβαση για αφαίρεση κύστης, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Ήμουν σχεδόν πεπεισμένη ότι δεν πρόκειται να κάνω παιδί. Σκεπτόμουν σαν ύστατη λύση την εξωσωματική γονιμοποίηση, με όλα τα ρίσκα της.
Στην απελπισία μου, σκέφτηκα ξανά την Ομοιοπαθητική.
Η ομοιοπαθητικός γιατρός πήρε το Ιστορικό μου, και σύμφωνα με τις οδηγίες της, ακολούθησα μια αγωγή αποκλειστικά και μόνο με ομοιοπαθητικά φάρμακα, που βελτίωσαν και γενικότερα τον οργανισμό μου και με απάλλαξαν από τα άγχη και τις ανησυχίες.
Στόχος της θεραπείας ήταν αρχικά η αντιμετώπιση του ακανόνιστου κύκλου και καλύτερη ωορρηξία.
ʼρχισα τη θεραπεία τον Ιούλιο του 1999 και τον Απρίλιο του 2000 έμεινα έγκυος!
Τώρα πια, για οποιοδήποτε πρόβλημα μου, ή πρόβλημα του παιδιού μου, απευθύνομαι αποκλειστικά στην Ομοιοπαθητική.
Μ.Ε. 26-2-2002
Από το περιοδικό Ομοιοπαθητική Ιατρική, τεύχος 26
Σημείωση της σύνταξης του περιοδικού
Σύμφωνα με εκτίμηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ένα στα επτά ζευγάρια, δηλαδή το 15% του γενικού πληθυσμού που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία, αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην προσπάθεια τους να τεκνοποιήσουν.
Αυτό σημαίνει ότι τα υπογόνιμα ζευγάρια είναι 50-80 εκατομμύρια διεθνώς. Το ποσοστό δεν είναι ισομερώς γεωγραφικά κατανεμημένο και, δυστυχώς, η χώρα μας κατέχει μία από τις πρώτες θέσεις στο πρόβλημα αυτό.